Μία συγκλονιστική επιστολή απέστειλε 19χρονος φοιτητής στον
Αντώνη Σαμαρά στα πλαίσια της ΔΕΘ.
Ο νεαρός εκφράζει το θυμό του και την
καθημερινή πάλη για επιβίωση μετά την αυτοκτονία του πατέρα του πριν
από 1,5 περίπου χρόνο, ο οποίος δεν άντεξε τα χρέη και το «κυνηγητό»
του κράτους. Με απλή και κατανοητή γραφή, ο 19χρονος αποτυπώνει την
σκληρή πραγματικότητα που ζούμε όλοι και δη οι νέοι, υπό το καθεστώς
αιμοσταγών μέτρων και οικονομικής ανέχειας.
«Είμαι 19 χρόνων φοιτητής και ανασφάλιστος. Δεν παραπονιέμαι. Στην
Ελλάδα της κρίσης τους, το να έχω δύο δουλειές, έστω κι αν μαζί
αθροίζουν 750€ μηνιαίως με καθιστούν προνομιούχο. Από αυτές τις δουλειές
εξάλλου έχει φαγητό η μητέρα μου και η 12χρονη αδερφή μου. Δεν έχω και
πολλές επιλογές.
Όντας ανασφάλιστος είμαι και φοροφυγάς. Ναι ναι, αυτός που ψάχνει όλη
μέρα η κυβέρνηση. Έχω εισοδήματα και δεν τα δηλώνω. (Γιάννη Στουρνάρα,
ακούς;). Δεν ήμουν πάντα φοροφυγάς όμως.
Μόλις 1 χρόνο πριν ήμουν ένα χαμογελαστό παιδί με όρεξη και όνειρα.
Προερχόμενος από οικογένεια της μεσαίας τάξης όπως μας αποκαλούσαν, είχα
κάθε λόγο να πιστεύω πως έχω τη δυνατότητα να έχω μια ευτυχισμένη απλή
ζωή. Ο πατέρας μου, ελεύθερος επαγγελματίας δεν ήταν ποτέ πολύ στο
σπίτι. Δούλευε όλη μέρα για να μας προσφέρει το καλύτερο. Ποτέ δεν ήταν η
ζωή τόσο εύκολη όσο θέλουν να την παρουσιάζουν. Το κόστος ζωής ήταν
πάντα υψηλότατο για τους απλούς ανθρώπους. Φροντιστήρια, αγγλικά,
χαρτζιλίκι, ενοίκιο, φαγητό, ένδυση, λογαριασμοί, φόροι, δεν ήταν εύκολο
να καλυφθούν. Ο πατέρας μου όμως δούλευε όλη ημέρα και τα κατάφερνε.
Στις
αρχές του 2008 άρχισαν όμως τα πρώτα προβλήματα. Τα χρήματα δεν
έφταναν. Ο πατέρας μου είχε δύο επιλογές. Είτε να στερήσει από το παιδί
του βασικές παροχές για τη μόρφωσή του και άλλα χρήματα από τον υπόλοιπο
οικογενειακό προϋπολογισμό, είτε να το παλέψει μόνος του με δανεικά από
τις τράπεζες. Επέλεξε να δανειστεί και να το παλέψει μόνος του.
Στα τέλη του 2012 τα χρέη του προς το δημόσιο και τις τράπεζες είχαν
φτάσει κάπου στις 145.000€. Η πίεση από τις εισπρακτικές εταιρείες και
από την τηλεόραση μέσω των δημοσιογράφων- τρομοκρατών αφόρητη. Ο πατέρας
μου ένα ωραίο μεσημέρι, βγήκε στην αυλή μας, κοίταξε τον ήλιο και
αυτοπυροβολήθηκε με την κυνηγητική του καραμπίνα. Η ζωή μας ανατράπηκε
για πάντα. Δεν έπρεπε να το κάνει αυτό. Δεν έπρεπε να τους κάνει τη
χάρη. Έπρεπε να αδιαφορήσει και να τους αφήσει να λένε ό,τι θέλουν.
Δεν χρεώνω την αδυναμία του πατέρα μου στον Σαμαρά. Ο πατέρας μου
κρίνοντας εκ του αποτελέσματος ήταν αδύναμος . Όμως αν δεν κυνηγούσαμε
το success story θα ήταν ακόμη μαζί μας.
Αν το κράτος δεν κυνηγούσε τους
απλούς πολίτες, ο πατέρας μου θα ήταν μαζί μας... Αν το κράτος έβαζε
φυλακή όσους πολιτικούς και επιχειρηματίες έφαγαν δισεκατομμύρια
δημοσίου χρήματος, ο πατέρας μου θα ήταν μαζί μας... Αν το κράτος έβαζε
πάνω από όλα τους πολίτες του και μετά τους τοκογλύφους, ο πατέρας μου
θα ήταν μαζί μας... Αν το κράτος ενδιαφερόταν για τη γενιά μου, ο
πατέρας μου θα ήταν μαζί μας κι εγώ θα ήμουν ακόμη ένας νέος άνθρωπος με
όνειρα και θα μπορούσα να χαμογελάσω.
Κύριε Σαμαρά ο πατέρας μου αυτοκτόνησε, για ποιο πλεόνασμα μιλάτε;
Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία».