ΛΑΜΠΡΟΣ, ΙΟΥΒΕΛΑΛΙΟΣ, ΚΟΙΝΤΟΣ, ΑΝΘΙΜΟΣ, ΠΑΥΛΟΣ, ΒΗΛΩΝ, ΘΕΩΝ, ΗΡΩΝ,
ΕΥΤΥΧΙΑΝΟΣ, ΦΩΤΙΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ
Νηστεία - Επιτρέπεται το λάδι και ο οίνος
Ολόκληρο το εορτολόγιο για σήμερα
Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος (1) της Θεοτόκου
Άγιος Λάμπρος ο νεομάρτυρας
Άγιος Ιουβενάλιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων
Άγιος Κόιντος Ομολογητής και Θαυματουργός
Άγιοι Άνθιμος ο γέρων, Παύλος, Βήλων, Θέων, Ήρων και
άλλοι Τριάντα Έξι Αιγύπτιοι
Άγιος Ευτυχιανός ο μάρτυρας
Άγιος Φώτιος Μητροπολίτης Μόσχας
Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς
(1) Ο Πατριάρχης Ιουβενάλιος (5ος μ.Χ. αιώνας) έστειλε για
φύλαξη, «τα σπάργανα» της Παναγίας, στον
ναό των Βλαχερνών*.
Όταν ανέβηκε στην αυτοκρατορικό θρόνο ο Λέωντας Α’ ο Θράξ (457 - 474 μ.Χ.), δύο πατρίκιοι, ο
Γάλβιος και ο Κάνδιδας έφεραν από τα Ιεροσόλυμα και την τίμια εσθήτα (λάθος
κάποιοι θεωρούν ότι ήταν φόρεμα, είναι σκέπασμα κεφαλής) της Παναγίας. Λέγεται ότι πήγαιναν στα
Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν, αλλά στην Γαλατεία, συνάντησαν μια ευσεβή
εβραία, η οποία κατείχε το φόρεμα αυτό της Παναγίας. Το φύλαγε μέσα σε ένα
ειδικό κιβώτιο. Οι δύο πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδας, έφτιαξαν ένα κιβώτιο ίδιο
με αυτό και κάποια στιγμή που βρήκαν την ευκαιρία, το άλλαξαν και έτσι πήραν
την εσθήτα της Παναγίας και μετέβησαν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί προσπάθησαν
να κρύψουν αυτό το γεγονός πηγαίνοντας αρχικά την τίμια εσθήτα στο κτήμα τους,
αλλά δεν τα κατάφεραν! Το έμαθε ο
αυτοκράτορας και αφού ζήτησε να την
ασπαστεί, την παρέλαβε ο ίδιος και την τοποθέτησε
μέσα σε μια χρυσή λάρνακα και την πήγε στον Ναό των Βλαχερνών όπου έμεινε μέχρι
το 820 μ.Χ.
Σήμερα δεν γνωρίζουμε που βρίσκεται υπάρχει μια εκδοχή να έχει μεταφερθεί
από σταυροφόρους σε μοναστήρι στην Γαλλία.
* Ο Ναός των
Βλαχερνών κατά μια εκδοχή τον είχε κτίσει η Βασίλισσα Πουλχερία. Η Πουλχερία
ήταν σύζυγος του αυτοκράτορα Μαρκιανού (451 - 457 μ.Χ.), και κόρη του
αυτοκράτορα.
Ασφαλέστερη όμως
θεωρείται η χρονολόγησή του, την περίοδο
του αυτοκράτορα Ιουστίνου Α' (518-527 μ.Χ. ), όπως περιγράφεται στο έργο του
Προκόπιου.
Ο Ναός των
Βλαχερνών κάηκε το 1070 μ.Χ. αλλά
ανοικοδομήθηκε πάλι, για να
ξανακαεί από απροσεξία και πάλι στις 19 Ιανουαρίου του 1434 μ.Χ.